Το ιδιαίτερα ανησυχητικό αυτό φαινόμενο φαίνεται να έχει αυξανόμενους ρυθμούς ανά την Ευρώπη. Παιδιά κυρίως στην εφηβεία βάζουν τέλος στην ζωή τους όλο και πιο συχνά χωρίς δυστυχώς οι γονείς τους να έχουν την παραμικρή ιδέα πως κάτι τρέχει με το παιδί τους. Ένα ψυχικά υγιές παιδί δεν αποφασίζει ξαφνικά να βάλει τέλος στην ζωή του χωρίς λόγο.
Πολλά είναι τα περιστατικά εκείνα όπου το παιδί ή ο έφηβος έπασχε από κατάθλιψη όταν αποφάσισε να προβεί σε αυτή την πράξη. Αυτό όμως δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Πολλά από τα παιδιά που τερμάτισαν την ζωή τους ήταν παιδιά δίχως ιστορικό καταθλιπτικής διαταραχής ή επεισοδίου, παιδιά τα οποία ήταν σε καλό λειτουργικό επίπεδο, φίλους κτλ. Τι μπορεί λοιπόν να οδήγησε τα παιδιά αυτά σε αυτή την πράξη;
Η λεκτική κακοποίηση είναι μια αρκετά παραμελημένη έννοια της παιδικής κακοποίησης καθώς η περισσότερη έμφαση δίνεται σε άλλες μορφές κακοποίησης όπως η σωματική, των οποίων τα αποτελέσματα είναι πιο εμφανή. Η λεκτική κακοποίηση αναφέρεται σε μια μορφή βίας η οποία έχει επιπτώσεις κυρίως στο συναισθηματικό κομμάτι του ψυχισμού του παιδιού.
Μορφές λεκτικής βίας θεωρούνται οι βρισιές, οι αρνητικοί χαρακτηρισμοί του τύπου ¨Είσαι άχρηστος/χαζός¨ κτλ, οι φωνές, οι απειλές που είτε έχουν στόχο να τρομοκρατήσουν το παιδί π.χ. ¨θα σε πιάσω στα χέρια μου…¨, είτε να του δημιουργήσουν ενοχικά συναισθήματα π.χ. ¨θα με πεθάνεις¨, είτε ακόμα απειλές εγκατάλειψης που σκοπό έχουν να εκφοβίσουν το παιδί όπως ¨θα σε αφήσω και θα φύγω¨. Οι προσβολές και οι χαρακτηρισμοί με σκοπό την ταπείνωση του παιδιού είναι μια άλλη μορφή λεκτικής κακοποίησης από τις πολλές που υπάρχουν.
Οι επιπτώσεις στον ψυχισμό του παιδιού είναι μεγάλες. Κάποιες από αυτές είναι η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η απόσυρση, η έλλειψη εμπιστοσύνης και κοινωνικών δεξιοτήτων, η επιθετικότητα και η παραβατική συμπεριφορά, και πολλά άλλα, με κεντρικό άξονα σε όλα αυτά την έλλειψη ικανότητας να λάβουν και να εκφράσουν την αγάπη.Τα παιδιά τα οποία έχουν κακοποιηθεί λεκτικά κατ’ εξακολούθησην από τους γονείς τους , μεγαλώνοντας έχουν την τάση να υιοθετούν κι αυτά την ίδια μορφή συμπεριφοράς δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο στο φαινόμενο αυτό.
Τα παιδιά που δεν έχουν λάβει αγάπη μη γνωρίζοντας πώς να διαχειριστούν κάτι τέτοιο, δυσκολεύονται και αυτά με την σειρά τους στο να εκφράσουν και αντίστοιχα να δώσουν αγάπη στα δικά τους παιδιά.Πολλές φορές το άγχος, το στρες και τα χαμηλά επίπεδα αντοχής των γονέων τους οδηγούν σε ξεσπάσματα θυμού προς το παιδί , τα οποία συμπεριλαμβάνουν διάφορες μορφές λεκτικής κακοποίησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι όταν ο γονέας αναγνωρίζει και αντιλαμβάνεται πως αντιμετωπίζει δυσκολίες, να απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό, ο οποίος θα του δώσει την σωστή καθοδήγηση ώστε να αποφευχθούν τέτοιου είδους αρνητικές συμπεριφορές. Αντ’ αυτού θα υιοθετηθεί μια υγιή και ισορροπημένη στάση προς το παιδί, η οποία θα οδηγήσει σε μια καλή και λειτουργική σχέση παιδιού-γονέα.
Μαρία Κατσαούνη- Ψυχολόγος Υγείας (MSc)
Πόσο καλή επικοινωνία έχουμε με τα παιδιά μας; Οι περισσότεροι γονείς σε αυτή την ερώτηση απαντούν λέγοντας « Έχουμε πολύ καλή επικοινωνία με το παιδί» «Μιλάμε συνέχεια». Είναι όμως αυτή η επικοινωνία ουσιαστική; Κατανοούμε το παιδί μας και το πρόβλημα του; Τι μηνύματα λαμβάνει το παιδί από την στάση μας; Πως ερμηνεύει αυτά που λέμε;
Η καλή επικοινωνία με το παιδί μας προάγει την ψυχική του ανάπτυξη και ευνοεί τον αμοιβαίο σεβασμό, την διαχείριση συναισθημάτων και την αυτοεκτίμηση του. Πολλές φορές πάνω στην κουβέντα οι γονείς δεν καταλαβαίνουν πως ηθικολογούν, καθοδηγούν, κακοχαρακτηρίζουν ή ακόμα και ματαιώνουν το παιδί με αυτά που λένε, στην προσπάθεια τους να εξομαλύνουν μια κατάσταση. Φράσεις που παραπέμπουν στα παραπάνω είναι για παράδειγμα «Ωχ, πάλι με αυτό ασχολείσαι;», «τα καλά παιδιά δεν το κάνουν αυτό» ή «Είσαι τεμπέλης!».
Σημαντικό και αρχικό μέλημα των γονέων είναι να δώσουμε στο παιδί μας να καταλάβει ότι σεβόμαστε την άποψη και τα συναισθήματα του ακόμα και αν διαφωνούμε. Ότι το ακούμε με προσοχή και δεν το ακυρώνουμε. Με άλλα λόγια ότι είμαστε διαθέσιμοι. Για να συμβεί αυτό πρέπει πρώτα ο γονέας να μάθει να ¨ακούει¨. Δίνουμε χρόνο στο παιδί να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα του ακούγοντας με προσοχή και χωρίς να το διακόπτουμε. Σε αυτή τη διαδικασία η βλεμματική επαφή με το παιδί είναι ιδιαίτερα σημαντική. Εάν το παιδί μας μιλάει κι εμείς κάνουμε δουλειές τότε θα το εκλάβει ως αδιαφορία από μέρους μας. Το παιδί πρέπει να αισθανθεί πως το κατανοούμε και λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη μας τους προβληματισμούς του όσο ασήμαντοι κι αν μας φαίνονται. Για το παιδί μας είναι σημαντικοί.
Κάνοντας στο παιδί ανοιχτές ερωτήσεις μπορούμε να το παρακινήσουμε να μας εκφράσει ακόμα περισσότερα και να μάθουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το τι αισθάνεται. Αυτή η διαδικασία φέρνει τα παιδί πιο κοντά στον γονέα και ενισχύεται το δέσιμο μεταξύ τους. Οι ανοιχτές ερωτήσεις ξεκινάνε με «τι.., πώς, γιατί» ή «θα ήθελες να μου πεις…;»
Βασικό κομμάτι της ενεργητικής ακρόασης είναι η αναγνώριση του συναισθήματος του παιδιού...
Ο όρος bullying άρχισε να γίνεται πιο έντονος και να τον συναντάμε πιο συχνά τα τελευταία χρόνια, το φαινόμενο όμως προϋπήρχε και σε πολύ παλαιότερες κοινωνίες. Καθώς όμως η επιθετικότητα και η βία αυξάνονται στις μέρες μας, αναλόγως αυξάνονται και τα κρούσματα αυτού του φαινομένου, το οποίο άρχισε να γίνετε περισσότερο αντιληπτό από γονείς, δασκάλους και επιστήμονες, με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί οι μελέτες πάνω στο φαινόμενο αυτό.
Με τον όρο bullying αναφερόμαστε σε οποιαδήποτε μορφή παρατεταμένης βίας, είτε είναι σωματική, ψυχολογική, λεκτική ή ακόμα και σεξουαλική. Συναντάται στα σχολεία αλλά και έξω από αυτά. Επιπλέον το cyberbullying είναι μια μορφή εκφοβισμού ή οποία παρατηρείται διαδικτυακά. Ο βανδαλισμός είναι επίσης μια μορφή bullying. Στόχος είναι ο εκφοβισμός ή ο κοινωνικός αποκλεισμός ενός παιδιού. Παρακάτω ακολουθούν κάποιες μορφές εκφοβισμού:
· Κλοπή
· Υβριστικές εκφράσεις
· Απειλές
· Εκβιασμός
· Ζημιές στην περιουσία του άλλου παιδιού
· Σωματική βία
· Εκβιαστικά τηλεφωνήματα
· Διάδοση αρνητικών φημών
Αποτέλεσμα της συμπεριφοράς αυτής είναι ο αποδέκτης να αισθάνεται ανασφαλής, δυστυχία, τρόμο και να απομονώνεται. Πολλές φορές κατηγορεί το εαυτό του για αυτό που του συμβαίνει και δεν μιλάει σε κανέναν για τα περιστατικά βίας που βιώνει. Σε αρκετές περιπτώσεις το παιδί αναπτύσσει σχολική φοβία, η οποία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους όπως άρνηση του παιδιού να θέλει να πάει σχολείο, εμφάνιση σωματικών συμπτωμάτων όπως πόνος στην κοιλιά όταν έρχεται η ώρα να πάει σχολείο, παρατεταμένο άγχος, έντονη ανησυχία, νευρικότητα κ.α.
Οι θύτες
Ο εκφοβισμός ασκείται συνήθως από μια ομάδα «ισχυρών» παιδιών προς ένα πιο αδύναμο παιδί. Οι λόγοι για τους οποίους ένα παιδί γίνεται θύτης ποικίλουν. Είτε για να γίνει δημοφιλές, είτε για να φανεί ισχυρό, να λάβει τον θαυμασμό, να θρέψει τον εγωισμό του κ.α. Κύριος στόχος είναι να έχουν τον έλεγχο. Πολλές φορές τα παιδιά αυτά έχουν δεχτεί εκφοβισμό στο παρελθόν, ή είναι κάτι το οποίο βιώνουν καθημερινά στην οικογένεια τους με αποτέλεσμα να έχουν υιοθετήσει αυτή τη συμπεριφορά...
Ο θυμός είναι ένα από τα βασικά συναισθήματα το οποίο όλοι μας έχουμε βιώσει ακόμα από την παιδική μας ηλικία. Από παιδιά λαμβάνουμε διάφορα μηνύματα ως προς τον θυμό και τον τρόπο εκδήλωσης του είτε από την τηλεόραση και τα μέσα επικοινωνίας είτε από τον περίγυρο μας, τους γονείς , τους δασκάλους , την κοινωνία στην οποία ζούμε. Πολλά από αυτά τα μηνύματα που δεχόμαστε είναι διφορούμενα και πολλές φορές έρχονται σε κόντρα μεταξύ τους. Πολλές φορές έχουμε ακούσει «Δεν θυμώνουμε!», άλλοι πάλι λένε ότι ο θυμός πρέπει να εκφράζεται και να μην συσσωρεύεται, ενώ κάποιοι τρίτοι ότι πρέπει να ελέγχουμε τον θυμό μας και να μην τον εκδηλώνουμε. Αποτέλεσμα είναι πολλά και διαφορετικά μηνύματα τα οποία μπερδεύουν και αποπροσανατολίζουν τα παιδιά και ιδιαίτερα τους εφήβους, οι οποίοι στην κρίσιμη αυτή ηλικία φαίνεται να έχουν περίσσια οργή και θυμό μέσα τους.
Αυτό που θα πρέπει να γνωρίζει ένα παιδί στην εφηβεία είναι ότι το συναίσθημα του θυμού είναι απόλυτα φυσιολογικό και δεν υποδηλώνει κάποια συναισθηματική αστάθεια. Είναι στη φύση του ανθρώπου όπως οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα π.χ. θλίψη, χαρά, φόβος, ενοχή κτλ. Επιπλέον, ο θυμός ποικίλει σε ένταση και διάρκεια, ξεκινώντας από την ενόχληση και καταλήγοντας στη οργή. Αυτό λοιπόν που δεν είναι αποδεκτό, δεν είναι το συναίσθημα αυτό καθ’αυτό αλλά η επιθετικότητα και η αγριότητα που μπορεί να επιφέρει σαν μέσω εκδήλωσης.
Σε πολλές καταστάσεις ο θυμός είναι το δευτερεύον συναίσθημα...
Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει από το αγγελούδι σας αυτή την ερώτηση; Τα παιδιά κυρίως προσχολικής ηλικίας πολλές φορές ζητάνε να αφήσουν το κρεβατάκι τους και να έρθουν στο δικό σας για ύπνο. Σύντομα η μία φορά γίνονται πέντε, οι πέντε δέκα και στο τέλος φτάνετε να κοιμάστε με το παιδί σας κάθε βράδυ και να δυσκολεύεστε να το πείσετε να κοιμηθεί στο δωμάτιο του. Κάτι τέτοιο αποδεικνύεται προβληματικό τόσο για το παιδί όσο και για το ζευγάρι.
Το μικρό σας μπορεί να προφασιστεί χίλιους δύο λόγους για να κοιμηθεί μαζί σας, από το ¨πονάει κοιλίτσα μου¨ και το ¨φοβάμαι να κοιμηθώ μόνος μου¨ μέχρι το ¨ένας δράκος είναι στο δωμάτιο μου!¨. Όσο χαριτωμένο και ευχάριστο κι αν είναι στην αρχή, και όσο κι αν το επιθυμεί και η μητέρα, η αποδοχή μιας τέτοιας συμπεριφοράς κρύβει παγίδες, καθώς μπορεί να εξελιχτεί σε χρόνια κατάσταση. Πολλά είναι τα ζευγάρια τα οποία καταλήγουν να κοιμούνται σε ξεχωριστά κρεβάτια ώστε να κοιμηθεί το παιδί με τη μαμά επειδή επιμένει ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί μόνο του και αρνείται να επιστρέψει στο δωμάτιο του. Ακόμα όμως κι όταν οι γονείς επιμένουν ότι το παιδάκι τους πρέπει να κοιμηθεί στο δωμάτιο του, αυτό βρίσκει τρόπους να τρυπώνει κρυφά κάτω από τα σκεπάσματα τους με αποτέλεσμα οι γονείς να αντιλαμβάνονται κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της νύχτας ότι έχουν έναν επισκέπτη στο κρεβάτι τους. Πολλά ζευγάρια παραπονιούνται πως όταν ξυπνάνε βρίσκουν το παιδάκι τους ξαπλωμένο στα πόδια τους και πως όσες φορές κι αν προσπάθησαν να το βάλουν να κοιμηθεί στο δωμάτιο του δεν είχε επιτυχία.
Μια τέτοια συμπεριφορά ενώ φαίνεται να ευνοεί το παιδί προσωρινά, το βλάπτει μακροπρόθεσμα. Το παιδί γίνεται εξαρτημένο από τους γονείς ενώ αντίθετα είναι το διάστημα εκείνο στην ανάπτυξη του όπου θα έπρεπε να αρχίζει να χτίζει την αυτονομία και την ανεξαρτησία του, στο βαθμό που του επιτρέπεται από το ηλικιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται. Αυτό φυσικά συμβάλλει και στην ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης του και το αίσθημα σιγουριάς και ασφάλειας το οποίο αναπτύσσει. Το παιδί όντας προσκολλημένο στους γονείς του δεν αισθάνεται αρκετά σίγουρο και δυνατό για τον εαυτό του και αρχίζει να αναζητά όλο και περισσότερο την ασφάλεια που του παρέχει η παρουσία του γονέα.
Επιπλέον, φθορά προξενείται και στο ζευγάρι...
Η πρώτη φορά του παιδιού στο νηπιαγωγείο είναι και η πρώτη μεταβατική φάση από το οικογενειακό και ασφαλές πλαίσιο σε ένα καινούριο, στο πλαίσιο του σχολείου. Πηγαίνοντας στο σχολείο το παιδί έρχεται σε επαφή με καινούρια άτομα, καινούριες συνήθειες και πρόγραμμα. Μαθαίνει να κοινωνικοποιείται, να είναι δημιουργικό, να συμμετέχει σε ομαδικές δραστηριότητες με συλλογικό πνεύμα, μαθαίνει να ξεχωρίζει ρόλους και να λειτουργεί μέσα στα πλαίσια και όρια του καθενός. Αρχίζει να απογαλακτίζεται.
Τι γίνεται όμως με τα αρνητικά στοιχεία στα οποία το παιδί εκτίθεται; Πώς μπορούν οι γονείς να το βοηθήσουν να τα διαχειριστεί και να τα αντιμετωπίσει; Όταν το παιδί εκτίθεται για πρώτη φορά στο σχολείο καλείται να αντιμετωπίσει κάποιες αρνητικές συμπεριφορές με τις οποίες πιθανότατα δεν έχει έρθει σε επαφή ως τώρα, όντας προστατευμένο στο οικογενειακό περιβάλλον και υπό την φροντίδα και συνεχή παρακολούθηση των γονέων του. Τέτοιες συμπεριφορές είναι η κοροϊδία, η βία και η αποδοκιμασία που μπορεί να δεχτεί το παιδί από άλλα παιδάκια με τα οποία βρίσκεται μαζί στο νηπιαγωγείο και συναναστρέφεται πλέον καθημερινά.
Όταν το παιδί 2-3 ετών, βρίσκεται μπροστά σε μια τέτοια συμπεριφορά πολύ πιθανόν να μην ξέρει πώς να την διαχειριστεί, ούτε καν πώς να την εκλάβει. Δεν μπορεί να την εξηγήσει, ούτε ξέρει τι αισθήματα να νοιώσει. Πολλές φορές βλέπουμε παιδάκια νηπιακής ηλικίας να μην αντιδράνε στα χτυπήματα και τα πειράγματα που δέχονται από άλλα παιδιά...